Δευτέρα 15 Απριλίου 2024
Στην κατάμεστη από κόσμο αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου Αγρινίου, πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 14 Απριλίου η παρουσίαση του βιβλίου του Μενέλαου Χαραλαμπίδη «Οι Δωσίλογοι. Ένοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής» εκδήλωση που διοργάνωσαν το «Ανυπότακτο Αγρίνιο», το Βιβλιοπωλείο «Λέσχη του Βιβλίου – Αλεξάνδρα Μοσχονά» και οι Εκδόσεις «Αλεξάνδρεια».
Για το βιβλίο μίλησαν ο πρώην Πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αγρινίου, Γιώργος Τζωρτζόπουλος και ο συγγραφέας του βιβλίου Μενέλαος Χαραλαμπίδης, ο οποίος μίλησε για τα νέα στοιχεία που προσκομίζει στην έρευνα η μελέτη αυτή, για τα βασικά χαρακτηριστικά του φαινομένου της συνεργασίας, για τους λόγους για τους οποίους έγραψε αυτό το βιβλίο, ενώ΄το συντονισμό της παρουσίασης είχαν ο Γιώργος Κατσιπάνος και ο Στέλιος Μερμίγκης ο οποίος διάβασε ένα κείμενο επ΄αφορμή της συμπλήρωσης της 80ης επετείου Μνήμης από την εκτέλεση των 120 Ελλήνων, υπό των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας, στην Αγία Τριάδα Αγρινίου το 1944. Στην αρχή της εκδήλωσης τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων.
Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης στην δική τοποθέτηση ανέφερε τα εξής:
«Η Ιστορία δεν ενδιαφέρει τον κόσμο. Γιατί ξύνεις παλιές πληγές;»
Αρκετές φορές έχω ακούσει τα παραπάνω. Ξέρω ότι δεν ισχύουν για όλους μας. Ξέρω ότι σε πολλές περιπτώσεις οι φράσεις αυτές κρύβουν προσπάθεια απώθησης του τραύματος που προκάλεσε η περίοδος της Κατοχής ή και φόβο, γιατί πολλοί άνθρωποι υπέφεραν για δεκαετίες από τις συνέπειες που είχε η δράση όσων συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Σε άλλες περιπτώσεις έχουν να κάνουν με την πολιτική επιλογή λήθης, που επέβαλλαν οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις των εθνικοφρόνων για το κατοχικό παρελθόν. Αυτό έγινε για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, επειδή η Κατοχή αποτέλεσε ίσως τη σημαντικότερη περίοδο στην ιστορία της ελληνικής Αριστεράς και δεύτερον, επειδή πολλά πρόσωπα που συνεργάστηκαν πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά με τον κατακτητή, μεταπολεμικά στελέχωσαν τις κυβερνήσεις και τον κρατικό μηχανισμό και είχαν σημαντική παρουσία στην οικονομική ζωή της χώρας.
Πάντα υποστηρίζω ότι αν δεν σταθούμε τίμια απέναντι στο παρελθόν μας, δεν θα το κατανοήσουμε και δεν θα μπορέσουμε να λύσουμε τους ανοιχτούς λογαριασμούς που έχουμε μαζί του. Η σιωπή και η λήθη δεν είναι λύση. Η κατανόηση είναι το ζητούμενο. Και για να κατανοήσουμε, πρέπει να μιλήσουμε μεταξύ μας για αυτό το παρελθόν.
Ξέρω καλά ότι υπάρχει σημαντικό ενδιαφέρον για τη σύγχρονη Ιστορία. Το βλέπω εδώ και χρόνια στη μαζική συμμετοχή συμπολιτών μου και σε πολλές άλλες δράσεις που συμμετέχω και έχω προσωπική αντίληψη.
Μετά από τόσα χρόνια μοναχικής έρευνας και συγγραφής, είναι τεράστια η χαρά να μοιράζομαι με τόσο πολύ κόσμο όσα έμαθα μελετώντας αυτό το δύσκολο παρελθόν καθώς και τις σκέψεις και τα συναισθήματα που τους προκάλεσε η ανάγνωση του βιβλίου μου.
Το φαινόμενο του δωσιλογισμού θίγεται πολύ συχνά σε μικρή κλίμακα, σπανίως όμως αποτελεί πεδίο δημόσιας συζήτησης, καθώς οι προεκτάσεις του φτάνουν μέχρι σήμερα στα υψηλά κλιμάκια της κοινωνίας. Εξού και τα αρχεία εξακολουθούν να παραμένουν για πολιτικούς λόγους κλειστά οκτώ δεκαετίες μετά, δυσχεραίνοντας την εργασία των ιστορικών.
Πώς όμως έφτασε ο δωσιλογισμός να πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις κατά τη διάρκεια της Κατοχής; Το πρωί της 30ής Απριλίου 1941 τελέστηκε η ορκωμοσία της πρώτης ελληνικής κυβέρνησης συνεργασίας με τους κατακτητές, με πρωθυπουργό τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου. Τη διαδέχτηκαν άλλες δύο κυβερνήσεις συνεργασίας: του Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου και του Ιωάννη Ράλλη. Οπως εξηγεί ο Μ. Χαραλαμπίδης, αυτές έδωσαν το πράσινο φως στους επιχειρηματίες της εποχής να συνεργαστούν στενά με τον κατακτητή έξι μήνες μετά την επιβολή της Κατοχής (σε όσες επιχειρήσεις δεν συνεργάζονταν οι Γερμανοί έκοβαν την παροχή ενέργειας), ενώ το φαινόμενο του δωσιλογισμού γιγαντώθηκε με το ξέσπασμα του φονικού λιμού».
Ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης φωτίζει τη διάσταση της «ελληνικής κατοχής» και τον τρόπο με τον οποίο η συνεργασία ευνόησε τους συνεργάτες, οι οποίοι έχαιραν ειδικών προνομίων όπως οι φορολογικές απαλλαγές, οι απευθείας αναθέσεις έργων, οι παρακάμψεις των ελεγκτικών μηχανισμών κ.λπ. Ωστόσο, πέραν του πλουτισμού την ίδια στιγμή που οι συμπολίτες τους πέθαιναν στους δρόμους από πείνα, οι συνεργάτες είχαν κι άλλο στόχο: την εξολόθρευση των πολιτικών τους αντιπάλων. «Μπορεί σε εμάς να έχει φτάσει η εικόνα ενός μαζικού παλλαϊκού αντιστασιακού κινήματος, όμως μέχρι τα μέσα του 1943 αυτοί που εμπλέκονταν στα δίκτυα συνεργασίας με τον κατακτητή ήταν περισσότεροι από όσες και όσους είχαν ενταχθεί στο ελληνικό αντιστασιακό κίνημα» εξηγεί ο ιστορικός, ο οποίος μελετά τρεις διαστάσεις του φαινομένου: την πολιτική, την οικονομική και την ένοπλη συνεργασία με τον κατακτητή, όπως εκδηλώθηκε στην Αττική.
Ενα από τα βασικότερα ζητήματα που θίγονται στο βιβλίο είναι η ατιμωρησία των δωσίλογων. Ο σκανδαλώδης τρόπος που αποδόθηκε η δικαιοσύνη δηλαδή, καθώς αθωώθηκε η συντριπτική πλειονότητα όσων κατηγορήθηκαν για χιλιάδες εγκλήματα. Εν συντομία, οι μηνύσεις που υποβλήθηκαν σε Αθήνα και Πειραιά αφορούσαν περισσότερα από 20.000 άτομα. Από αυτά κατέληξαν να τιμωρηθούν από τα δύο μεγάλα ειδικά δικαστήρια της χώρας λιγότερο από το 2%... Βασικός λόγος για το καθεστώς σιωπής που επιβλήθηκε ήταν ότι μεγάλο μέρος των συνεργατών του κατακτητή ενσωματώθηκε στη μοναρχική Δεξιά, με ό,τι σημαίνει αυτό για τον ρόλο που διαδραμάτισαν τις δεκαετίες που ακολούθησαν» όπως επεσήμανε ο ιστορικός και συγγραφέας Μενέλαος Χαραλαμπίδης στην χθεσινή ομιλία του.
Στο τέλος της παρουσίασης ακολούθησαν τοποθετήσεις και συζήτηση με το κοινό.
Κείμενο του Στέλιου Μερμίγκη που δημοσιεύτηκε στην "Εφημερίδα των Συντακτών" του Σαββάτου 13/4/2024
80 χρόνια από τη ματωμένη Μεγάλη Παρασκευή του 1944.
117 τυφεκισμένοι και 3 απαγχονισμένοι από τους ναζί με υπόδειξη επώνυμων ταγματασφαλιτών. Οι προσπάθειες αποκατάστασης της συλλογικής ιστορικής μνήμης απέναντι στην επίσημη σιωπή.
Φέτος στις 14 Απριλίου συμπληρώνονται 80 χρόνια από την αποφράδα μέρα για την πόλη του Αγρινίου, εκείνη της Μεγάλης Παρασκευής του 1944. Τα ξημερώματα ο λοχίας Καρλ Βέρνερ οδήγησε στην κρεμάλα τρεις Αγρινιώτες αγωνιστές: τον Αβραάμ Αναστασιάδη, 52 ετών, τον Πάνο Σούλο, 22 ετών, και τον Χρήστο Σαλάκο, 23 ετών.
Και αυτή ήταν η αρχή του θανατικού. Οι ταγματασφαλίτες φτάνουν διψασμένοι για εκδίκηση στις φυλακές της Αγίας Τριάδας. Συντονίζουν με προσοχή τη φρίκη. Επιλέγουν 117 ανθρώπους, τους χωρίζουν σε δεκάδες και τους εκτελούν. Απολογισμός 120 νεκροί, 117 τυφεκισμένοι και ακόμα τρεις αιωρούμενοι, χωρίς ταφή. Το μεσημέρι της επομένης, Μεγάλο Σάββατο, κατεβάζουν τους κρεμασμένους και τους πετούν στον λάκκο να σμίξουν με τους υπόλοιπους.
Η φρίκη είχε αφορμή. Ηταν τα αντίποινα για το σαμποτάζ της σιδηροδρομικής γραμμής που προηγήθηκε λίγες μέρες πριν στην ευρύτερη περιοχή από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Ο Σαλάκος, λίγο πριν τον κουκουλώσουν, απευθύνθηκε στον προδότη-εκτελεστή του Γεωργόπουλο λέγοντάς του: «Θα εκδικηθεί για μένα ο λαός του Αγρινίου…». Αυτό ήταν το τότε χρέος του λαού, το σημερινό είναι να κρατήσει ζωντανή την ιστορική μνήμη. Για τον λόγο αυτό η δημοτική παράταξη ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟ ΑΓΡΙΝΙΟ το 2017 εξέδωσε ένα ημερολόγιο που περιελάμβανε ένα εκτενές ιστορικό αφιέρωμα για την κατοχική περίοδο της πόλης μας. Θα ήταν οπωσδήποτε ενδιαφέρον να μελετηθεί, παρότι είναι τόσο απογοητευτικό πως στη συλλογική μνήμη των Αγρινιωτών είχε διαγραφεί ή δεν είχε αποτυπωθεί ποτέ η ταυτότητα των φονιάδων, των εκτελεστών, αυτών που σήκωσαν το χέρι να τυφεκίσουν ή έσπρωξαν το σκαμνί να απαγχονιστούν οι αγωνιστές. Οι περισσότεροι συμπολίτες μας πίστευαν ότι το έκαναν οι Γερμανοί κατακτητές και όχι Ελληνες που είχαν συγκροτήσει το τάγμα ασφαλείας της πόλης μας. Ηταν μάλιστα και αρκετά δύσπιστοι, αφού αδυνατούσαν να δεχτούν πως συμπατριώτες -κι ακόμα χειρότερα συντοπίτες- μαυροφόρεσαν τόσο κυνικά την πόλη.
Δυστυχώς όμως έγινε. Μάλιστα σε εκείνο το τάγμα ασφαλείας, εκτός απ’ όσους Αγρινιώτες επιστρατεύτηκαν αναγκαστικά και επέλεξαν να υπακούσουν στην εντολή της επιστράτευσης αντί να καταφύγουν στην ελεύθερη Ελλάδα των βουνών και να καταταχθούν ή στον ΕΛΑΣ ή στον ΕΔΕΣ, υπήρξαν και κάποιοι επώνυμοι της «καλής κοινωνίας» της πόλης που οικειοθελώς παρείχαν τις υπηρεσίες τους ως «οι άνθρωποι με την κουκούλα» στο Α2 του αρχιεκτελεστή ταγματάρχη Γιώργου Τολιόπουλου και στον Κωσταρά της χωροφυλακής. Ισως αυτό να είναι και μια εξήγηση γιατί τόσα χρόνια μια τόσο μαύρη σελίδα της ιστορίας του τόπου μας προσπάθησαν οι κρατούντες να την αφήσουν στο περιθώριο. Ετσι, μετά το πρώτο μνημόσυνο που έγινε το 1945, χρειάστηκαν να περάσουν κοντά 20 χρόνια για να γίνει το επόμενο το 1964, επί δημαρχίας Τάσου Παναγόπουλου, και άλλα τόσα σχεδόν μετά επί δημαρχίας Στέλιου Τσιτσιμελή το 1980, προκειμένου να καθιερωθούν πλέον τα επίσημα μνημόσυνα στην πόλη μας υπό την αιγίδα της δημοτικής αρχής. Ομως πέρα τούτων, ουδέν.
Θα χρειαστεί να περάσουν πολλά χρόνια για να αρχίσει πάλι να γίνεται κάτι πέρα από τα καθιερωμένα. Με την εικαστική έκθεση του Θανάση Βαλαώρα στον αύλειο χώρο των αποθηκών Παπαστράτου το 2017 δόθηκε μια άλλη οπτική στο γεγονός εν πολλοίς αγνοημένη, ίσως και παραγνωρισμένη. Το θεατρικό δρώμενο της Ολυμπίας Ολυβώτου με τον «Επιτάφιο» του Ρίτσου υπό τη σκέπη του ΔΗΠΕΘΕ την ίδια χρονιά, μαζί με ένα άλλο θεατρικό του Λεωνίδα Φραγκούλη της επόμενης χρονιάς, σε παραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ, που δόθηκε πριν από το χάραμα στην κεντρική πλατεία της πόλης τιμώντας την Κατίνα Χατζάρα, τη μοναδική γυναίκα που εκτελέστηκε τότε, με εκατοντάδες θεατές που αψήφησαν το ακατάλληλο της ώρας, ήταν οι μέχρι τώρα διαφορετικές πινελιές που έσπασαν την καθιερωμένη επίσημη αντιμετώπιση ή πολύ περισσότερο τη σιωπή.
Η μεγάλη αποδοχή αυτών των εκδηλώσεων από τον κόσμο δείχνει την ανάγκη αλλά και τη βαθιά επιθυμία να μείνει ζωντανή η ιστορική μνήμη. Μια μνήμη που θα μας θυμίζει διαρκώς το χρέος μας απέναντι σε ναζισμό και φασισμό αλλά και σε κάθε άλλη βαρβαρότητα, το χρέος μας για λαϊκή κυριαρχία και πραγματική δημοκρατία. Στην προσπάθειά μας να συντηρήσουμε άσβεστη την ιστορική μνήμη μας διοργανώνουμε, επ’ αφορμή αυτής της επετείου, την παρουσίαση του νέου βιβλίου του Μενέλαου Χαραλαμπίδη, «Οι δωσίλογοι. Ενοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής», στις 14 Απριλίου (την εκδήλωση διοργανώνουν «Το Ανυπότακτο Αγρίνιο», το βιβλιοπωλείο Λέσχη του Βιβλίου - Αλεξάνδρα Μοσχονά και οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια). Μια μικρή προσπάθεια στον μεγάλο αγώνα μας να φωτίσουμε και να διαλύσουμε όσο μπορούμε τα σκοτάδια εκείνης της περιόδου, που μας ακολουθούν ακόμη. Παραφράζοντας τον Σαλάκο, «θα με θυμάται κι εμένα κι εσένα ο λαός (όχι μόνο) του Αγρινίου».