Πέμπτη 7 Απριλίου 2022
Του Σπύρου Ζωνάκη
Μία αγρότισσα μας ταξιδεύει στην Αιτωλία του αργαλειού, του καρυκιού, της πυτιάς, των ξυλόφουρνων, μα και των προξενιών. Διαβάστε την αφήγηση της Ιφιγένειας Φασούλα- Χρυσικού στον δημοσιογράφο Σπύρο Ζωνάκη από το περιοδικό ¨Σχεδία¨.
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Καλύβια, 10 χιλιόμετρα δυτικά του Αγρινίου, το 1958. Ήμουν η μικρότερη από έξι αδερφές. Οι γονείς μου ήταν αγρότες, ενώ και εγώ μεγάλωσα στα χωράφια. Είμαι αγρότισσα από τα οκτώ μου χρόνια. Καλλιεργούσαμε φασόλια, καρπούζια, καλαμπόκια, ντομάτες, ενώ είχαμε και ζώα, κατσίκες, γουρούνια, πρόβατα.
Θυμάμαι που τα βράδια που γυρνούσαν οι γονείς μου από τα χωράφια η μάνα μου έγνεφε μαλλί στον αργαλειό με τη ρόκα και το αδράχτι, όλη νύχτα, το έκανε κουβάρι και ύστερα, έβαζε το καζάνι στη φωτιά για να βάψει το μαλλί με χρώματα που είχε προμηθευτεί από το Αγρίνιο. Με αυτόν τον τρόπο φτιάχναμε τα κιλίμια μας. Εγώ πήγαινα με τις φίλες μου στον κάμπο να φέρουμε ξύλα - τα κουβαλούσαμε δέματα στο κεφάλι μας. Τα χρειαζόμασταν και για να ετοιμάσουμε το φαγητό της επόμενης μέρας στον ξυλόφουρνο. Το ρεύμα ήρθε άλλωστε στο χωριό, μόλις το 1968.
Κάναμε τη συγκομιδή των φασολιών από τις δώδεκα τη νύχτα μέχρι τις έξι το πρωί, Αύγουστο μήνα, καθώς ο καρπός του φασολιού, το καρύκι, δεν θέλει ήλιο, γιατί ανοίγει. Τα κουβαλούσαμε δε, σε τσουβάλια και τα καθαρίζαμε όλα τα μέλη της οικογένειας, πριν πουληθούν στον έμπορο», μοιράζεται μαζί μας η κα Ιφιγένεια, αιτωλικές μνήμες των παιδικών της χρόνων.
«Τότε, δεν είχαμε τρακτέρ. Φορτώναμε τα καρπούζια στις καλάθες που τοποθετούσαμε και από τις δυο πλευρές των αλόγων. Αξέχαστη μου έχει μείνει και η παρασκευή του τυριού. Κάναμε ανάμεικτο, γίδινο και πρόβειο.
Έφερνε το γάλα ο πατέρας από το μαντρί, το σουρώναμε, το βράζαμε έχοντας ρίξει την πυτιά και το στραγγίζαμε για δυο τρεις ώρες ώρες στην τσαντίλα, μέχρι να πήξει και να το βάλουμε στα δοχεία.
Τα σπίτια τότε στα Καλύβια ήταν πλίθινα, συνήθως διώροφα, όπως και το δικό μας. Στον πρώτο όροφο ήταν η αποθήκη, όπου βάζαμε τη σοδειά.
Μόλις θερίζαμε το σιτάρι, πήγαινα με τον πατέρα μου στο μύλο για να αλέσουμε το αλεύρι της χρονιάς, που το τοποθετούσαμε σε μεγάλα ξύλινα κασόνια. Με αυτό ζυμώναμε τις πίτες και τα ψωμιά.
Αγαπημένη μου ασχολία ήταν να πηγαίνω με τις φίλες μου στον Αχελώο, στα "κανάλια" που πότιζαν τα χωράφια, και στα παλιά ξωκλήσια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Αθανασίου.
Σχολείο πήγα μέχρι την Έκτη Δημοτικού, ήθελα πολύ να συνεχίσω, να καταφέρω να σπουδάσω. αλλά δεν με άφησε ο πατέρας μου που ήταν παλαιών αρχών.
Γυμνάσιο τότε δεν είχε το χωριό και έπρεπε να πηγαίνω στο Αγρίνιο. Εκείνος θεωρούσε πως τα κορίτσια έπρεπε να μένουν στο σπίτι και να μάθουν μια τέχνη.
Έτσι, με έμαθε η μητέρα μου την τέχνη του αργαλειού», συνεχίζει η κα Ιφιγένεια, που φέρνει στο νου της τα παραδοσιακά έθιμα του τόπου της. «Αν ήθελε ένας άνδρας να ζητήσει μια κοπέλα σε γάμο, ερχόταν με τους δικούς του, το λέγαμε τα ¨καλορίζικα¨. Στους αρραβώνες, τα ¨τελειώματα¨ όπως τα ονομάζαμε, έρχονταν φίλοι και συγγενείς και έκαναν δώρα στη νύφη, όπως χρυσαφικά, και γεύονταν πάντα κουραμπιέδες. Ήταν το γλυκό των αρραβώνων, το οποίο συνοδεύονταν από τον ήχο των κλαρίνων, των ταμπούρλων και καλαματιανό, τσάμικο και ηπειρώτικους χορούς.
Πάντα συνοδεία αυτών των οργάνων πήγαινε και η νύφη στην εκκλησία. Εγώ παντρεύτηκα στα 21 μου. Είχε έρθει ο μετέπειτα άνδρας μου στον πατέρα μου να ¨στείλει τα προξενιά¨. Τον ήξερα, ήταν χωριανός, αγρότης και εκείνος.
Αφού συζητήσαμε και τα βρήκαμε, έγιναν οι αρραβώνες. Το δε γλέντι, έλαβε χώρα στην αυλή του σπιτιού. Απέκτησα δύο παιδιά, ένα γιο και μια κόρη.
Δυστυχώς, πριν από δώδεκα χρόνια, ¨έφυγε¨ ο σύζυγός μου από πνευμονική ανεπάρκεια. Μέχρι και πριν από τρία χρόνια εργαζόμουν καθημερινά στα χωράφια. Είναι πολύ δύσκολη η ζωή της αγρότισσας», καταλήγει η κα Ιφιγένεια.
Κείμενο Σπύρος Ζωνάκης, Περιοδικό ¨Σχεδία
ΚΟΤΟΠΙΤΑ (τοπική συνταγή)
1 κοτόπουλο
Λάδι & Βούτυρο
5 κρεμμύδια ξερά
1 κιλό αλεύρι (σίτου και καλαμποκιού)
Κόβουμε το κοτόπουλο σε κομμάτια και το βράζουμε. Αφού το στραγγίξουμε, το ξαναβάζουμε στην κατσαρόλα, προσθέτοντας τα ψιλοκομμένα κρεμμύδια, το λάδι και το πιπέρι και το αφήνουμε να βράσει για 45 λεπτά. Στη συνέχεια, αφού αφαιρέσουμε το κοτόπουλο, ρίχνουμε στο ζωμό το καλαμποκίσιο αλεύρι και το βούτυρο.
Ανακατεύουμε μέχρι να γίνει μία πηχτή κρέμα. Ύστερα, ανοίγουμε φύλλο με λευκό αλεύρι, στο οποίο έχουμε ρίξει λίγο λάδι και ξύδι και το στρώνουμε σε ένα ταψί, τοποθετώντας την κρέμα και τα κομμάτια του κοτόπουλου.
Κλείνουμε από πάνω με άλλα δυο φύλλα και το βάζουμε στο φούρνο, στους 180 βαθμούς, για μία ώρα.
Ανακοίνωση Συλλόγου Γυναικών Καλυβίων Αγρινίου
Με ανακοίνωσή του, ο Σύλλογος Γυναικών Καλυβίων Αγρινίου, η Πρόεδρος και το Διοικητικό Συμβούλιο, ευχαριστούν τον δημοσιογράφο κ. Σπύρο Ζωνάκη για το ρεπορτάζ και την συνέντευξη της κας Ιφιγένειας Χρυσικού καθώς, και τη διεύθυνση του περιοδικού «ΣΧΕΔΙΑ» το οποίο κυκλοφορεί στην Αθήνα για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Η συνέντευξη η οποία δημοσιεύεται στο τεύχος 99 του περιοδικού, μηνός Απριλίου, περιλαμβάνει αναφορές της κας Ιφ. Χρυσικού, που είναι και μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου μας, στα παλιά χρόνια και τις συνήθειες του τόπους μας.
Πολλά συγχαρητήρια, βάλαμε και εμείς ένα λιθαράκι για τους καλούς σκοπούς του περιοδικού» καταλήγει η ανακοίνωση του Συλλόγου Γυναικών.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η «ΣΧΕΔΙΑ»
Είναι ανεξάρτητο περιοδικό που πωλείται στους δρόμους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, παρέχοντας μια ευκαιρία σε αστέγους, ανέργους και άλλους ανθρώπους που προέρχονται από κοινωνικά και οικονομικά ευάλωτους πληθυσμούς να εξασφαλίσουν αξιοπρεπώς ένα εισόδημα, αλλά και ένα επιπλέον κίνητρο να ξαναχτίσουν τις ζωές τους.
Είναι μια ανεξάρτητη πηγή ενημέρωσης, αλλά και μέσο στον αγώνα για την καταπολέμηση κάθε μορφής κοινωνικού αποκλεισμού.
Είναι ένα κοινωνικό εργαλείο που λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος για το σύνολο των μελών της κοινωνίας μας, καταρρίπτοντας στερεότυπα και γκρεμίζοντας κοινωνικά τείχη και προκαταλήψεις.
Το ελληνικό περιοδικό δρόμου «σχεδία» κυκλοφορεί κάθε τελευταία Τετάρτη κάθε μήνα (εκτός Αυγούστου).
Οι πωλητές προμηθεύονται το περιοδικό δρόμου από τα σημεία διάθεσης, καταβάλλοντας για κάθε αντίτυπο 2,5€.
Στη συνέχεια πωλούν τα περιοδικά που έχουν προμηθευτεί σε προκαθορισμένα σημεία έναντι 4€ (όσο, δηλαδή, είναι η τιμή που αναγράφεται στο εξώφυλλο), κρατώντας το σύνολο των εσόδων.