Γιάννη Ρουσόπουλου: Το Καστρί Αλυζίας

Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2022

Του Γιάννη Ρουσόπουλου, Περιβαλλοντολόγος MSc

Με τον ερχομό του 2022 ξεκινώ μια σειρά από μικρά άρθρα-αφιερώματα στη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Μικρά ταξίδια σε τόπους που περιηγήθηκα και μου άφησαν κάτι. Ξεκινώ από την Ακαρνανία και το Καστρί Αλυζίας.

Πρόκειται για το κάστρο της αρχαίας ακαρνανικής πόλης Αλυζίας. Η πόλη ιδρύθηκε περί τον 6ο πΧ αιώνα. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, όπως αναφέρει ο Στράβωνας, ιδρυτής της ήταν ο Αλυζεύς, αδελφός της γνωστής μας Πηνελόπης, της συζύγου του Οδυσσέα. Η πόλη έφτασε σε μεγάλη ακμή την ελληνιστική εποχή (χρόνια Μεγ. Αλεξάνδρου κι ως τη Ρωμαιοκρατία).

Είχε ευρεία περιοχή οικιστικής ανάπτυξης, με επίκεντρο την πεδινή περιοχή που απαντούν σήμερα τα χωριά Κανδήλα και Μύτικας. Ο Κικέρων αναφέρει ότι ο πληθυσμός της ξεπέρασε τους 30.000 κατοίκους και η οικονομική της ευμάρεια αποτυπώνεται στην κοπή χάλκινων κι ασημένιων νομισμάτων.

Το επίνειο της πόλης, σημαντικό εμπορικό λιμάνι στην εποχή του, ήταν λίγο δυτικά του Μύτικα, στη θέση Βούλκος. Στις μέρες μας είναι ποντισμένο στη θάλασσα, πλησίον της ακτής. Στο λιμάνι βρισκόταν τους πρώτους αιώνες ιερό αφιερωμένο στον Ηρακλή κι αργότερα μαυσωλείο. Στην ίδια τοποθεσία υπήρχαν επίσης ναυπηγεία.

Η εξωστρέφεια που επέδειξαν οι Αλύζιοι στην περίοδο της οικονομικής ακμής τους, σίγουρα υποβοηθήθηκε από την ύπαρξη του λιμανιού. Με τη σειρά της επέφερε πολιτισμική άνοδο. Η τέχνη της γλυπτικής ήταν η αγαπημένη τους κι ήταν έκδηλη σε πολλούς δημόσιους χώρους.

Ο Λύσιππος, με καταγωγή από τη Συκιώνα (σημερινό Κιάτο Κορινθίας), ένας από τους μεγαλύτερους γλύπτες της αρχαιότητας, προσκλήθηκε και παρέμεινε στην πόλη για να φιλοτεχνήσει. Ξακουστό κι εντυπωσιακό έργο του Λυσίππου ήταν οι "δώδεκα άθλοι του Ηρακλέους" που εγκαταστάθηκε κοντά στο λιμάνι.  Αργότερα, οι Ρωμαίοι κατακτητές το ζήλεψαν και το μετέφεραν στη Ρώμη (το έκλεψαν δηλαδή, όπως τόσα άλλα από τούτο τον τόπο).  

Η Αλυζία δεν εναντιώθηκε στη ρωμαϊκή κατάκτηση κι έτσι απόλαβε προνόμια, που τη βοήθησαν να διατηρήσει ως το 31 π.Χ. ζωντανή την παρουσία της στο ιστορικό προσκήνιο. Τότε, ο Οκταβιανός, ως νικητής της ναυμαχίας του Ακτίου, ίδρυσε την πολυπληθέστατη για την εποχή της Νικόπολη κι επέβαλε στους Αλύζιους αναγκαστική μετοίκιση σε αυτή. 

Το καστρί βρίσκεται σε βουνοκορφή μερικά χλμ ανατολικά της αρχαίας πόλης, σε θέση περίοπτη που ελέγχει θαλάσσια και χερσαία περάσματα. Ήταν αμυντικό κάστρο για την προστασία από επιδρομείς. Από εκεί ατενίζει κανείς τη Λευκάδα, τον Κάλαμο, την Ιθάκη, την Κεφαλονιά, τα Ακαρνανικά Όρη κι άλλα πολλά.

Η πρόσβαση γίνεται από χωματόδρομο λίγων χλμ από το χωριό Αρχοντοχώρι. Ως τώρα δεν έχει γίνει κάτι για την προστασία κι ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου από την επίσημη Πολιτεία, ούτε κάποια σημαντική ανασκαφική δραστηριότητα. Έχουν όμως γίνει πολλά από τους λαθρανασκαφείς.

Ιδιαίτερο εύρημα εντός του κάστρου αποτελεί για κάθε επισκέπτη η λαξευμένη όρθια πέτρα/βράχος. Πρόκειται για μοναδικό λιθανάγλυφο που απεικονίζει πέντε μορφές. Στα αριστερά είναι καθιστοί η Υγεία και ο Ασκληπιός, με το φίδι κουλουριασμένο πίσω του, σύμβολο της ιατρικής. Στα δεξιά, η Αθηνά με τον Ερμή. 

Στις εικόνες θα αντικρίσετε επίσης σκηνές από τα τείχη, τις πύλες, το τοπίο και την παραδοσιακή κτηνοτροφία, που αποτελεί τη σημαντικότερη οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή.

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Γιάννης Ρουσόπουλος, είναι Περιβαλλοντολόγος MSc, Φωτογράφος Φύσης και Εκδότης βιβλίων και διαμένει μόνιμα στο Μεσολόγγι. Δραστηριοποιείται επίσης με την Φωτογραφική Λέσχη Πολιτιστικού & Μορφωτικού Συλλόγου "Το Αιτωλικό".

Η υπερ-τριακονταετής ενασχόληση του συγγραφέα με τα πουλιά και τους οικοτόπους τους ως επιστήμονας Ορνιθολόγος, η παράλληλη ενασχόληση με τη φωτογράφηση, αλλά και η καλή γνώση του φυσικού χώρου της επικράτειας του Δήμου Μεσολογγίου, έχουν ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση πολύ μεγάλου όγκου πρωτογενούς υλικού.

Ο Γιάννης Ρουσόπουλος, έχει εκδώσει δυο καταπληκτικά λευκώματα:

- «Στο Μεσολόγγι, με τα πουλιά!» (2017)

- «Ναυπακτία: Από το Αντίρριο… ως τα Βαρδούσια» (2006)

Φωτογραφίες, κείμενο: Γιάννης Ρουσόπουλος