Το Μεσολόγγι, Η Δεύτερη Πολιορκία του και η Έξοδος.

Κυριακή 11 Απριλίου 2021

της Μάχης Παπαζήση – Πετροπούλου

Απρίλης 1825 – 10 Απριλίου 1826: Μία συνοπτική αναφορά στον τόπο και στις δυναμικές που αναπτύχθηκαν από τους κατοίκους του το 19ο αιώνα.

Το Μεσολόγγι, το αλωνάκι της λευτεριάς, το καλυβάκι των “Ελεύθερων Πολιορκημένων” που πολεμήθηκε από “μέγα πέλαγος” υπήρξε πόλη που πρωτοστάτησε στο ξεκίνημα της επανάστασης του ‘21 (Μάιος 1821) και υπέστη δύο πολιορκίες.

Η Πρώτη Πολιορκία στα 1822 (Οκτώβριος -31 Δεκεμβρίου)

Που έληξε με την οικτρή αποτυχία των 12.000 Τουρκοαλβανών του Ομέρ Βρυώνη, του Κιουταχή και του Γιουσούφη (ο τελευταίος από τη θάλασσα). Η Δεύτερη πολιορκία με μυριάδες πολιορκητές από στεριά και θάλασσα (30.000 Τούρκοι με αρχιστράτηγο τον Κιουταχή και 12.000 Αιγύπτιοι με τον Ιμπραήμ) οδήγησε τους Μεσολογγίτες μετά από αντίσταση ενός χρόνου στην ηρωική τους Έξοδο.

Ο μόνιμος πληθυσμός της πόλης αριθμούσε περί τους 5.500 κατοίκους και έφθασε τις 12.000 το σύνολο των υπερασπιστών (Ελλήνων και Φιλελλήνων) στη Β’ πολιορκία.

Ο ΤΟΠΟΣ

Η πόλη του Μεσολογγίου είναι μία γλώσσα στεριάς μέσα στη λιμνοθάλασσα. Είναι δημιούργημα των λουρονησίδων που σχηματίστηκαν από τις φερτές ύλες των 2 ζωογόνων ποταμών του τόπου: του Ευήνου και του Αχελώου.

Οι πιο συμπαγείς απ’ αυτές τις νησίδες φιλοξένησαν τα πρώτα σπίτια και τον αρχικό ιστό της πόλης. Μιας πόλης θαλερής με ναυτικές δραστηριότητες και αστική κοσμοπολίτικη νοοτροπία, με αστική φιλελεύθερη συνείδηση και προοδευτικές ιδέες. Ο εμπορικός στόλος του Μεσολογγίου μέχρι τα 1770, που υπέστη μια τρομακτική καταστροφή στα Ορλωφικά, αριθμούσε 150 καράβια.

Μέσα σε 56 χρόνια μέχρι τη δεύτερη πολιορκία η πόλη γοργά αναγεννήθηκε με έναν σχεδόν εξίσου ισχυρό στόλο με ναυτιλιακά γραφεία, ασφαλιστικές εταιρείες, σπουδαία εκπαιδευτήρια, εφημερίδες, ναυπηγεία, βιοτεχνικές δραστηριότητες, εκτεταμένη αγροτική παραγωγή με σταφίδες, ελιές, μετάξι, κρασί και πολλά άλλα εξαγώγιμα προϊόντα. Η ακμή της πόλης αποτυπώνεται στα λιθόκτιστα αρχοντικά μεγάλων οικογενειών (Τρικούπη, Παλαμά, Μάνεση, Καψαλέικα σπίτια, Βάλβη, Δεληγεώργη, Παπούλα, Σιδέρη, Ραζηκότσικα κ.α.) στα στεριανά τμήματα της πόλης. Οι περισσότεροι Μεσολογγίτες χρησιμοποιούσαν για κατοικία τους τις “πελάδες” (καλύβες πλεγμένες με ειδικό αδιάβροχο χορτάρι που λέγεται ρένα και με καλάμια μαζί) στημένες για να μη τις πατάει η θάλασσα σε χοντρά παλούκια πάνω στο νερό.

Η επικοινωνία μεταξύ ψαράδικων μαχαλάδων, αλλά και με την υπόλοιπη πολιτεία, ιδιαίτερα κατά τις μεγάλες φουσκονεριές, γινόταν με “γαΐτες” (βάρκες με επίπεδη καρίνα), που οι ένοικοι κάθε πελάδας τις είχαν δεμένες κάτω απ’ την πόρτα τους! Η κατασκευή του λιμανιού το 1930 άλλαξε την όψη της πόλης, καθώς τα βυθοκορήματα που βγήκαν από την διάνοιξη ενός αυλακιού μέσα στη θάλασσα, για να προσεγγίζουν τα πλοία την πόλη, εναποτέθηκαν στα γύρω μέρη. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν μεγάλα αλίπεδα πάνω στα οποία( στα μέσα της δεκαετίας του ’50) απλώθηκε η πόλη. Αυτά και άλλα πολλά τραυμάτισαν ανεπανόρθωτα το Μεσολογγίτικο τοπίο.

Η Λιμνοθάλασσα που περιβάλλει το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό είναι διάσπαρτη από νησάκια που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορία των δύο πόλεων: Κλείσοβα, Βασιλάδι, Άη Σώστης, Προκοπάνιστος, Ντολμάς και άλλα που χάθηκαν και έγιναν στεριά από τις επεμβάσεις που προαναφέρθηκαν.

ΤΑ ΟΧΥΡΩΜΑΤΙΚΑ  ΕΡΓΑ

Τα οχυρωματικά έργα γύρω από την πόλη τα γέννησαν οι ανάγκες της άμυνας.

Στο μεσοδιάστημα των 2 πολιορκιών (1823-1825), όταν στην υπόλοιπη Ελλάδα μαινόταν ο αιματηρός εμφύλιος πόλεμος, οι Μεσολογγίτες προέβλεψαν ότι αργά ή γρήγορα θα γινόταν επανάληψη των επιχειρήσεων των Τούρκων.

Έτσι χρησιμοποιώντας, όπως και στην Α’ πολιορκία υλικά που διέθετε η ίδια η γη τους (λάσπη της λιμνοθάλασσας) κατασκεύασαν ένα ανάχωμα ύψους 2,5-3 μέτρων και γύρω του εξωτερικά ανοίχτηκε μια μεγάλη τάφρος πλάτους 8-9 μέτρων και βάθους 2 μέτρων. Το έργο έγινε με προσωπική εργασία όλων των Μεσολογγιτών που πρόσφεραν ακόμη και τα σπίτια τους για την προμήθεια των υλικών (500 σπίτια γκρεμίστηκαν γι’ αυτό το σκοπό).

Έφτιαξαν και προμαχώνες (ή ¨ντάπιες” ή πολυβολεία) και στον καθένα τοποθέτησαν σιδερένια κανόνια, που τα δούλευαν όλο Μεσολογγίτες, γιατί είχαν μεγάλη πείρα στη σκόπευση από τα κουρσάρικα καράβια που δούλευαν ως πυροβολητές. Σχεδιαστής και επιβλέπων στην οχύρωση ήταν ο Χιώτης πολιτικός μηχανικός και οχυρωματοποιός Μιχαήλ Π. Κοκκίνης, σπουδασμένος στη Γαλλία που ήρθε στο Μεσολόγγι γι’αυτό το σκοπό και έδωσε τη ζωή του στην Έξοδο μη δεχόμενος να αποχωρήσει νωρίτερα.

ΒΑΣΙΛΑΔΙ

Στο νησί Βασιλάδι, 4,5 χιλιόμετρα Ν/Δ της πολιτείας και με περιφέρεια 150 βήματα περίπου, υψώθηκε πέτρινο φρούριο με 14 κανόνια και 80 άντρες, όλους Μεσολογγίτες ναυτικούς. Το πρωί της 23 Φεβρουαρίου 1826 στο αποκορύφωμα της μάχης, τροφοδότης ενός κανονιού ήταν ο 10χρονος γιος του Φρούραρχου Αν. Παπαλουκά, Σπύρος. Σε μια του προσπάθεια και από τη βιασύνη του να δώσει φωτιά στο κανόνι, πέφτει από το δαυλί του ένα κομματάκι κάρβουνο που τινάζει στον αέρα τη μπαρουταποθήκη. Και έτσι χάνεται το Βασιλάδι. Στο νησάκι αυτοί οι Μεσολογγίτες φύλαγαν τα τιμαλφή τους πιστεύοντας ότι εκεί υπήρχε μεγαλύτερη ασφάλεια.

ΚΛΕΙΣΟΒΑ

Το νησί Κλείσοβα, 1,5 χιλιόμετρο ΝΑ της πολιτείας και με περιφέρεια γύρω στα 300 βήματα, δεν είχε τόσο δυνατή οχύρωση. Για μεγαλύτερη προάσπισή της έμπηξαν οι Μεσολογγίτες γύρω από το νησί σε 6 παράλληλες σειρές χοντρά και γερά παλούκια σε βάθος τέτοιο ώστε να βρίσκονται 10 με 15 πόντους κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας (ένα είδος ναρκοπέδιου θα λέγαμε σήμερα) για να μην πλησιάζει ούτε η πιο ελαφριά γαΐτα. Το νησί αυτό αντιστάθηκε σθεναρά στις 25 Μαρτίου 1826, όταν σε επίθεση των Τουρκοαιγυπτίων από τη θάλασσα, νίκησαν οι υπερασπιστές του και ο εχθρός είχε απώλειες περί τα 3000 άτομα. Ήταν η τελευταία νίκη πριν από την Έξοδο, με τους Μεσολογγίτες εξαντλημένους από την πείνα και τις κακουχίες.

 

ΤΡΟΠΟΙ ΑΜΥΝΑΣ

Η άμυνα των πολιορκημένων δεν ήταν παθητική, μόνο να αντιστέκονται. Αντίθετα αναφέρουμε ενδεικτικά τρία παραδείγματα ενεργητικής άμυνας

1) Το κυλιόμενο χώμα: Ο Κιουταχής συνέλαβε το εξής σχέδιο εκπόρθησης της πόλης. Διέταξε γενική ανασκαφή του Μεσολογγίτικου κάμπου σ’ όλη την περιοχή που απλωνόταν ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα και ύστερα από αυτή την προκαταρκτική εργασία και κάτω από τον τρομερό βούρδουλα των Τουρκαλβανών τζοχανταραίων επέβαλε στους ρωμιούς σκλάβους του να σηκώνουν μεγάλους σωρούς με το χώμα που έβγαζαν, ώσπου στο τέλος υψώθηκε ένα πραγματικό βουνό. Το βουνό αυτό οι εργάτες το κυλούσαν όλο προς τα εμπρός και όπως το σήκωναν πάλι και το ξανακύλαγαν συνέχεια γινόταν αδιάκοπη μετακίνηση όλου αυτού του χωμάτινου όγκου. Έτσι ο εχθρικός στρατός προχωρούσε ανενόχλητος.

Αμέσως οι καπεταναίοι μαζεύονται σε συνέλευση και τότε ο τετραπέρατος στρατηγός Πάνος Σωτηρόπουλος, ο δεύτερος μετά τον Κίτσο Τζαβέλλα ήρωας της Κλείσοβας, πρότεινε να του δώσουν εκατοντάδες γυναικόπαιδα με πολλά-πολλά τρυγοκάλαθα. Κάνουν μια σειρά από ανθρώπους και από χέρι σε χέρι αυτή η ανθρώπινη αλυσίδα με νεκρική σιγή αρχίζει να κλέβει το χώμα. Το κλεμμένο χώμα περνά μέσα από το τείχος και μέσα σε 2 μέρες μαζεύεται στα Κουτσονικέικα σπίτια ένας μεγάλος σωρός χώματος που αποτελεί μία καινούρια ντάπια με το όνομα “ντάπια του Κουτσονίκα”. Μ’ αυτό τον τρόπο ακυρώνεται στην πράξη το σχέδιο του Κιουταχή, αποκτώντας οι Μεσολογγίτες ένα σημαντικό οχυρό.

2) Τα λαγούμια: Ο Πάνος Σωτηρόπουλος και ο Κώστας Χορμοβίτης επιτηδειότατοι λαγουμιζτήδες ή υπονομοποιοί ανοίγουν σήραγγες κάτω από το τείχος και βγαίνουν στο εχθρικό στρατόπεδο και τινάζουν στον αέρα τους στρατιώτες, αξιωματικούς και εγκαταστάσεις τους.

3) Τα γιουρούσια: Είναι οι έφοδοι που έκαναν άντρες, γυναίκες και παιδιά στους πολιορκητές. Η καταλληλότερη ώρα ήταν η αμφιλύκη (μόλις βράδιαζε). Τότε οι Τούρκο- Αιγύπτιοι έπεφταν σε κάποια ξενοιασιά, μαγειρεύοντας τα φαγητά τους και σκεπτόμενοι κι αυτοί τις πατρίδες και τις οικογένειές τους. Άναβαν τους ναργιλέδες και νοσταλγούσαν. Κάθε γιουρούσι κυριολεκτικά τους παρέλυε. Οι δικοί μας γλιστρούσαν σαν ίσκιοι μέσα στο σύθαμπο και προκαλούσαν σημαντικές ζημιές σε ανθρώπους και υλικά. Την πρώτη μέρα που στρατοπέδευσε ο Ιμπραήμ μπροστά στο Μεσολόγγι, οι Μεσολογγίτες πήραν με γιουρούσι 8 καμήλες, άλογα, πρόβατα καθώς και ρούχα για να ντύνουν τους αγωνιστές που ήρθαν από άλλες περιοχές για την άμυνα της πολιτείας τους.

ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Η διοίκηση ασκείτο συλλογικά. Βλέπουμε στην πράξη τη δημοκρατία στο στρατό.

Οι αποφάσεις παίρνονταν σε κοινές συσκέψεις όλων των καπεταναίων. Υπήρχε ισοτιμία μεταξύ τους. Ο καθένας είχε απόλυτη ανεξαρτησία στη διοίκηση της ομάδας του. Εξέταζαν κάθε θέμα που αφορούσε το Μεσολόγγι και γενικότερα την εθνική υπόθεση. Δεν επέτρεπαν πολιτικολογίες και παραταξιοποίηση μέσα στο Μεσολόγγι.

Επικεφαλής της τοπικής ηγεσίας ήταν ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ και αρχηγός της φρουράς των εντοπίων ήταν ο Αθαν. Ραζηκότσικας (μόλις 25 χρονών).

Έπεσαν και οι δύο ηρωικά στην Έξοδο. Ο Ιωσήφ Ρωγών έμεινε στο Μεσολόγγι με τους αρρώστους και τραυματίες, οχυρώθηκε στο νησάκι Ανεμόμυλος και το ανατίναξε (όπως και ο Καψάλης 2 μέρες νωρίτερα) τη Μεγάλη Δευτέρα μετά την Έξοδο. Ο Αθ. Ραζηκότσικας εύπορος πρόκριτος και έντιμος άνθρωπος πέθανε πολεμώντας στην Έξοδο, αφού διέθεσε στη διάρκεια της πολιορκίας όλη του την περιουσία στον κοινό αγώνα.

Ο δρόμος της ανάγκης και ο αντικειμενικός σκοπός ήταν η απελευθέρωση της πατρίδας. Το Μεσολόγγι δεν συμμετείχε συνειδητά στις εμφύλιες διαμάχες.

Οι κατοικίες των αγωνιστών ήταν μπροστά στις ντάπιες τους σε πρόχειρες αχυροκαλύβες. Εκεί ζύμωναν το ψωμί τους και μαγείρευαν το φαΐ τους για να είναι συνεχώς σε ετοιμότητα.

ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΚΑΙ ΠΕΙΝΑ

Το Μεσολόγγι σταμάτησε να ανεφοδιάζεται από το Φλεβάρη του 1826.

Ο στόλος με τον Αλέξανδρο Μιαούλη δεν ξανάρθε. Το πρώτο 10ήμερο εγκαταλείπει το Μεσολόγγι. Οι ναύτες ζητούν να τους προπληρωθεί το μηνιάτικο για να αποπλεύσουν. Τα δάνεια που έδωσαν οι Αγγλικές τράπεζες στην επαναστατική κυβέρνηση χάθηκαν στα σεντούκια των καροβοκυραίων και των επιτήδειων. Άλλωστε αυτά τα δάνεια οδήγησαν και στον αιματηρό εμφύλιο του 1824. Η αθωότητα των πρώτων χρόνων της επανάστασης είχε χαθεί. Από τη στεριά ναυάγησε και το σχέδιο επίθεσης στους πολιορκητές από τον Καραϊσκάκη.

Έμεινε άπραγος και άρρωστος στη Δερβέκιστα χωρίς να μπορεί να βοηθήσει, γιατί είχε στο μεταξύ αντικατασταθεί από τον Κώστα Μπότσαρη, αδελφό του Μάρκου Μπότσαρη, στην αρχηγία των στρατευμάτων, άνθρωπο που δε στάθηκε στο ύψος των σοβαρών περιστάσεων.Η επανάσταση έσβηνε και τα μόνα κάστρα που αντιστέκονταν ήταν ακόμη το Μεσολόγγι και η Αθήνα.

Εξάλλου η κυβέρνηση ετοίμαζε και την εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και ήταν στο κατακόρυφο ο ανταγωνισμοί και οι παραταξιοποιήσεις για το ποιος θα συγκέντρωνε τους περισσότερους αντιπροσώπους για την εκλογή του Εκτελεστικού.

Το Μεσολόγγι βρέθηκε στη δίνη των μικρόψυχων ανταγωνισμών. Η πείνα ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός. Και αρχίζει η σκοτεινή τραγωδία των πολιορκημένων. Και η τραγική ειρωνεία: η τουρκοαιγυπτιακή νίκη ήρθε τη στιγμή που τα στρατεύματα του Ιμπραήμ και του Κιουταχή είχαν φτάσει στα έσχατα της αντοχής και αντιμετώπιζαν ακόμα και εγκατάλειψη της πολιορκίας.

Η ΕΞΟΔΟΣ

Η Έξοδος αποφασίστηκε ομόφωνα και συλλογικά.

 Αποφασίστηκε να γεφυρωθεί η τάφρος του τείχους σε τρία σημεία. Ο Μιχαήλ Κοκκίνης πρόσφερε την τελευταία του υπηρεσία: έκανε τα σχέδια των γεφυρών με ξυλεία που πήραν από κατεδαφισμένα σπίτια. Τρεις φάλαγγες θα σχηματίζονταν από τρεις διαφορετικές εξόδους. Το κείμενο της απόφασης ανακοινώθηκε σ’ όλες τις ντάπιες. Τα γεγονότα που ακολούθησαν μας είναι λίγο-πολύ γνωστά.

Το φεγγάρι, που μέχρι την ώρα της εξόδου ήταν κρυμμένο στη συννεφιά, βγήκε ολόφωτο. Το σχέδιο πρέπει να είχε γίνει γνωστό στους πολιορκητές. Η φωνή που ακούστηκε “Πίσω στις ντάπιες” προκάλεσε σύγχυση και διάσπαση στις κολώνες των Εξοδιτών. Πολλοί επέστρεψαν πίσω στο υπονομευμένο με εκρηκτικά Μεσολόγγι. Μέσα στην πολιτεία παίχτηκε το δράμα των ανήμπορων (τραυματιών και αρρώστων) που αντιστάθηκαν μέχρι θανάτου. Με τις ανατινάξεις των κτηρίων μέσα απ’ τα οποία αμύνονταν πήραν μαζί τους πολυάριθμους ΤουρκοΑιγύπτιους “θριαμβευτές”.

Επί μία εβδομάδα η πόλη κάπνιζε και ανατινασσόταν...

Από τους Εξοδίτες σώζονται 1.200 άτομα που περνούν μέσα από δραματικές συνθήκες στο απέναντι βουνό, τον Ζυγό (Αράκυνθο) και από ‘κεί στη Δερβέκιστα με τελικό προορισμό το Ναύπλιο. Οι Νεκροί φτάνουν τις 7000 ψυχές και οι υπόλοιποι αιχμαλωτίζονται και πουλιούνται σκλάβοι στην Αίγυπτο και την Τουρκία.

Αργότερα θα γίνει μεγάλη προσπάθεια από Έλληνες ναυτικούς να βρεθούν και να εξαγοραστούν αρκετοί. Πολλοί όμως ακολούθησαν αβοήθητοι την τραγική μοίρα του σκλάβου.

ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ…

Η είδηση για την Έξοδο της φρουράς και τον όλεθρο του Μεσολογγίου έφτασε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου την άλλη μέρα. Ήταν βράδυ όταν εμφανίστηκε ένας ταχυδρόμος από την Ακροκόρινθο. Η συνεδρίαση είχε τελειώσει και οι αντιπρόσωποι έκαναν τον περίπατό τους, όπως συνήθως, σε ένα λιβάδι στην είσοδο του Άλσους του Ασκληπιού. Ο ταχυδρόμος πήγε κατευθείαν σ’ αυτούς και ανακοίνωσε τη μοιραία είδηση. Πολλοί συγκινήθηκαν βαθιά. Ύστερα από την πρώτη σύγχυση οι ηγέτες του Αγώνα, πολιτικοί και στρατιωτικοί, κήρυξαν παλλαϊκό συναγερμό για καθολική αντίσταση εναντίον των εισβολέων.

Μια βδομάδα μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Κολοκοτρώνης βγάζει προκήρυξη που την απευθύνει σε όλους του Έλληνες. Ενδεικτικά γράφει: «Πατριώται, μάθετε ότι έγινεν απόφασις σταθερά όλου του Έθνους με μία ψυχήν και καρδίαν, σύμφωνοι και θαλασσινοί και Ρουμελιώται και Πελοποννήσιοι είπομεν: σήμερα εγεννηθήκαμεν… τα περασμένα όλα να λησμονηθούν… να πιάσωμεν όλοι τα όπλα μικροί και μεγάλοι… Και δεν πρέπει να σας δειλιάση ποσώς το πέσιμον του Μεσολογγίου, διότι αν (ο Αράπης) το εκυρίευσεν, εκείνος ηξεύρει και ημείς δεν αγνοούμεν πόσον ακριβά του εκόστισε… Και να τρέξωμεν με ορμήν και με απόφασιν και αμισθί καθώς εις την αρχήν του ιερού μας τούτου αγώνος… Η Διοίκησις είναι βαλμένη κατακέφαλα να εύρη πόρον και οικονομίαν να μας προμηθεύη ψωμί, φυσέκια και τα λοιπά αναγκαία, επειδή μισθόν δεν θέλει πάρει ουδείς ούτε κατά ξηράν, ούτε κατά θάλασσαν… αλλά όλοι έτσι να δουλεύσωμεν, και σαν γλυτώσωμεν, τότε η πατρίς θέλει αμείψει τας δουλεύσεις του καθενός…»

Ύστερα από την καταστροφή ο κοινός κίνδυνος συνένωσε όλους τους ναυτικούς. Έτσι συγκεντρώθηκαν στην Ύδρα και στις Σπέτσες 110 καράβια και 30 πυρπολικά. Τα πληρώματα υποχρεώθηκαν να υπηρετήσουν χωρίς μισθό επί τρεις μήνες.

Μάχη Παπαζήση – Πετροπούλου 

Το αφιέρωμα είχε δημοσιευτεί πρώτη φορά στην εφημερίδα “Ωραία ΣΑΜΑΡΙΝΑ” στο τεύχος “Μάιος-Ιούνιος 2007”

Πηγή: messolonghibylocals.com