Βιολογική καλλιέργεια εσπεριδοειδών και ελιών στην περιοχή Καλυβίων

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Του Θανάση Χρ. Κερασιώτη, 

Σαν γεωγραφική περιοχή τα Καλύβια Αγρινίου και κατ΄επέκταση ο καλυβιώτικος κάμπος, διαθέτει τις προδιαγραφές για την καλλιέργεια εσπεριδοειδών κατά το πλείστον, αλλά και ελαιοποιήσιμων ελιών.

Οι πιο σημαντικές περιφέρειες στην εγχώρια παραγωγή πορτοκαλιών είναι: Αργολίδα, Άρτα, Λακωνία, Ηλεία, Αιτωλοακαρνανία, Χανιά. Στη Μεσόγειο, πρώτες χώρες στην καλλιέργεια πορτοκαλιού, είναι η Ισπανία και η Ιταλία, ενώ τρίτο έρχεται το Ισραήλ. Η Ελλάδα έρχεται 7η στην Μεσόγειο και 14η στην παγκόσμια παραγωγή.

Αν και οι διάφορες ποικιλίες φτάνουν τις 160, μόνο ορισμένες από αυτές είναι εμπορικές και μπορούν να καλλιεργηθούν με βιολογικό τρόπο. Στον καλυβιώτικο κάμπο το κλίμα ευνοεί τα περισσότερα είδη που έχουν εισαχθεί και καλλιεργούνται εδώ και χρόνια. Οι κυριότερες  ποικιλίες είναι τα «Ναβελίνα», τα «Μέρλιν» και από την κατηγορία των μανταρινιών η «Κλημεντίνη» και λίγες ποσότητες «Νόβα».

Ακολουθούν οι αιματόσαρκες, «σαγκουίνι» που τείνουν να εκλείψουν με χαρακτηριστικά τους τον κόκκινο χυμό και τη γλυκόξινη γεύση τους, επίσης τα «Μόρο», τα «Ταρόκο», και τέλος υπάρχει η όψιμη ποικιλία, «Βαλέντσια» που μας δίνει καρπούς και το καλοκαίρι.

Ο χώρος της βιοκαλλιέργειας στα εσπεριδοειδή απαιτεί φροντίδα των δέντρων, η οποία δεν είναι πολύ διαφορετική από τη συμβατική.

Υπάρχουν αρκετοί Καλυβιώτες βιοκαλλιεργητές εσπεριδοειδών και λίγοι είναι αυτοί που καλλιεργούν με βιολογικό τρόπο ποικιλίες ελιάς, κυρίως κορωνεικής. Στην βιολογική παραγωγή ελαιολάδου εκτός από τις καλλιεργητικές μεθόδους απαιτούνται και τα εργοστάσια ελαιοποιήσης να είναι πιστοποιημένα βιολογικά, και να ακολουθούν αυστηρά τις προβλεπόμενες διαδικασίες.

Οι έλεγχοι που γίνονται από τις εταιρείες που παραλαμβάνουν ποσότητες βιολογικού ελαιολάδου προς συσκευασία, είναι απόλυτοι και αυστηρότατοι, πράγμα που διασφαλίζει τον 100% και τον τελικό καταναλωτή. 

Σε γενικές γραμμές το συσκευασμένο ελαιόλαδο από μεγάλες εταιρίες του χώρου είναι απόλυτα διασφαλισμένο για τον καταναλωτή και πρέπει να προτιμάται έναντι του ανεξέλεκτου χύμα εμπορεύσιμου.

Η Ελλάδα είναι μετά την Ισπανία και την Ιταλία, η τρίτη ελαιοπαραγωγός χώρα, μάλιστα η επί τοις εκατό (%) αναλογία μεταξύ έξτρα παρθένου και παρθένου ή κουπέ ελαιολάδου, η χώρα μας έρχεται πρώτη.

Οι διαφορές μεταξύ συμβατικής και βιολογικής γεωργίας στον τομέα των εσπεριδοειδών και των ελιών είναι αρκετές. Κύρια διαφορά είναι ο τρόπος καθαρισμού των ζιζανίων.

Στη βιολογική καλλιεργείας γίνεται με μηχανικά μέσα (φρέζα, κατασροφέας, χορτοκοπτικά) με μεγάλη συχνότητα και κόστος, ενώ στην συμβατική αυτό γίνεται ποιο αραιά, αφού επιτρέπεται εκεί ο ραντισμός των ζιζανίων με ισχυρά φυτοφάρμακα.

Δεύτερη μεγάλη διαφορά είναι η αντιμετώπιση ασθενειών που προσβάλλουν τα δέντρα και τους καρπούς. Οι βιοκαλλιεργητές εδώ έχουν λίγες δυνατότητες ψεκασμών με ήπια δράση τα οποία είναι εγκεκριμένα για βιολογική καλλιέργεια αφού δεν αφήνουν κατάλοιπα.

Τρίτη διαφορά είναι η λίπανση, η οποία στις βιολογικές καλλιέργειες μπορεί να γίνει με οργανική ύλη (κοπριά) και κάποια πάλι περιοριεσμένα και εγκεκριμένα λιπάσματα τα οποία έχουν μεγαλύτερο φυσικά κόστος από τα λιπάσματα που μπορούν να διατεθούν για συμβατική χρήση.

Για λίπανση χρησιμοποιεί στην βιολογική καλλιέργεια μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακομη μίγματα οργανικών υλικών, όπως βιολογική κοπριά, φύλλα ελιάς, υπολείμματα σταφυλιών και άλλα τέτοια υλικά που είναι βεβαια στο χέρι και στο μεράκι κάθε καλλιεργητή.

Τα βιολογικά εσπεριδοειδή όπως και οι ελιές, καθώς και άλλα αγροτικά προϊόντα πιστοποιούνται από κάποιον επίσημο φορέα. Τα πρώτα δύο χρόνια της μετάβασης από τη συμβατική στη βιολογική καλλιέργεια, τα φρούτα διατίθενται στην αγορά με την ένδειξη «σε μεταβατικό στάδιο».

Από τον τέταρτο χρόνο και μετά θεωρούνται βιολογικά.

Ένα οποιοδήποτε φρέσκο πορτοκάλι 100 γραμμαρίων περιέχει 50 mg βιταμίνη C, 40 mg ασβέστιο και 13 mg μαγνήσιο, ενώ η θρεπτική του αξία είναι 45 θερμίδες. Πρόκειται λοιπόν για ένα φρούτο πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.

Κι αν αναρωτιέστε γιατί μεταξύ συμβατικών και βιολογικών προτιμάμε τα βιολογικά η απάντηση είναι απλή. Γιατί τα επιχειρήματα υπέρ των βιολογικών προϊόντων είναι αδιαφιλονίκητα.

Επίσης από πλευράς στρεματικής απόδοσης μια βιολογική καλλιέργεια που είναι προσεγμένη και επιμελής, δεν έχει σε τίποτα να ¨ζηλέψει¨ την συμβατική.

Από πλευράς εμπορίας δυστυχώς στην περιοχή δεν υπάρχει κάποια δραστηριότητα ιδωτική ή κάποια ομάδα που να συσκευάζει και να διακινεί τα βιολογικά προϊόντα που παράγονται. 

Όμως εδώ και χρόνια δραστηριοποιούνται στο χώρο, εταιρίες που συσκευάζουν και εξάγουν βιολογικά προιόντα νωπά ή επεξεργασμένα (χυμός) ενδεικτικά κάποιες από τις μεγαλύτερες είναι, η εταιρεία ΒΙΟΚΗΠ και η εταιρεία "Οικογένεια Χριστοδούλου" η οποία παράγει φρέσκους βιολογικούς χυμούς.

Ο Θανάσης Χ. Κερασιώτης, είναι Χημικός Μηχανικός και εργάζεται στην εταιρεία Gaea Products S.A. (Αγρίνιο)