Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020
Η Υακίνθη-Γεωργία Η. Στρατοπούλου με καταγωγή από τα Καλύβια Αγρινίου, είναι μια νέα αυτοδίδακτη εικαστική δημιουργός, ενώ ταυτόχρονα γράφει ποίηση, εκφράζοντας έτσι διαμέσου των δυο αυτών τεχνών προσωπικές και κοινωνικές αναζητήσεις, σε μια ουσιώδη διαδικασία αυτογνωσίας αλλά και εξωστρέφειας.
Με περισσή ευγένεια ανταποκρίθηκε στην πρότασή μας να μας μιλήσει για την τέχνη και τους στόχους που έχει θέσει η ίδια για το μέλλον.
1) Υακίνθη έχεις γεννηθεί στην Λαμία, σπούδασες στη Θεσσαλονίκη και τα τελευταία χρόνια ζεις στην Αθήνα, όπου εργάζεσαι, ενώ παράλληλα ασχολείσαι στον ελεύθερο χρόνο σου με την ζωγραφική και την ποίηση. Πως συνδέονται όλα αυτά και πως τα συνδυάζεις;
Ζούσα στην Θεσσαλονίκη όσο ήμουν φοιτήτρια, μετακόμισα στην Αθήνα, όπου και πάντοτε ήθελα να μείνω, όταν τελείωσα τις κλινικές μου και άρχισα να ψάχνω δουλειά. Για μένα πλέον τόσο η ζωγραφική όσο και η ποίηση αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι της καθημερινότητας μου μετά τη δουλειά μου που με απασχολεί για βιοποριστικούς λόγους αυτή τη στιγμή. Η αλήθεια είναι πως συνδυάζονται αλλά με αρκετή κούραση και κόπο, έχουν πάει αναγκαστικά πολλά άλλα κομμάτια της ζωής μου αρκετά πίσω άλλα δεν είναι κάτι που με ενοχλεί διότι είναι δίκη μου επιλογή μου και τη στηρίζω. Βέβαια και λόγω τουυ ιού είναι πολλά από όσα θέλαμε να κάνουμε σε παύση ούτως ή άλλως.
2) Πως προσεγγίζεις τις δυο τέχνες; Ποια από τις δυο σε ελκύει πιο πολύ; Σίγουρα απαιτούν αρκετή αυτοσυγκέντρωση, για να μπορέσεις να αφιερωθείς και να αφεθείς δημιουργικά.
Η προσέγγιση νομίζω προέκυψε λιγότερο συνειδητά τουλάχιστον για μένα. Ξεκίνησα να ζωγραφίζω επειδή εκείνη την περίοδο της ζωής μου ήταν κάτι σαν προσωπική λύτρωση, ένας τρόπος να εκφράζω όσα νιώθω με θάρρος, να με ανακαλύψω ενδεχομένως, νομίζω αυτό κυρίως ήταν που με ώθησε στην ζωγραφική, πως μέσω της ενασχόλησης μπήκα σε μια ουσιώδη διαδικασία αυτογνωσίας, ζωγράφιζα από μικρό παιδί και με ερέθιζε η τέχνη φαντασιακά αλλά όταν συνέβη γύρω στα είκοσι μου αυτή η ένωση ήξερα πως δεν θα σταματήσει. Τώρα όσον αφορά την ποίηση ήταν μια πολύ διαφορετική διαδικασία, νομίζω έγραψα από ανάγκη. Είχα την τύχη να μεγαλώσω σε μια οικογένεια που με παρακινούσε να διαβάζω, τα ερεθίσματα τα είχα λάβει από τότε που γεννήθηκα υποθέτω από όσα μου έχουν διαβάσει και όσα έχω εγώ μετέπειτα στη ζωή μου επιλέξει να μελετήσω, παρ' όλα αυτά ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα, εννοώ πως ενώ μου άρεσε να γράφω δεν ήξερα πως να ονομάσω όσα έγραφα ούτε πίστευα ποτέ πως υπάρχει κάποιος λόγος να τα διαβάσει οποιοσδήποτε άλλος πέρα από εμένα την ίδια. Αυτή η συνθήκη άλλαξε όταν αλλαξα εγώ και φυσικά λόγω γεγονότων που με ώθησαν να γράψω πιο εντατικά και με περισσότερη εξωστρέφεια. Για την αυτοσυγκέντρωση έχω να πω πως σαν ανθρώπος είμαι αρκετά μοναχική και αυτό με έχει βοηθήσει κατά κύριο λόγο να εξελίξω την τέχνη μου. Η μοναξιά μου με έχει διδάξει τα καλύτερα μαθήματα και μέσω αυτής βρίσκω δύναμη να προχωρώ να δημιουργώ να αλλάζω να ωριμάζω γενικώς και συγκεκριμένα να μεταμορφώνω όσα νιώθω εγω και όσοι με εμπνέουν μετουσιώνοντας τα σε ένα έργο τέχνης.
3) Είσαι αυτοδίδακτη στην ζωγραφική, όμως θα λέγαμε ότι ήδη έχεις μπει στα ¨βαθιά νερά¨ της τέχνης όπως ο εξπρεσιονισμός και ο σουρεαλισμός; Ποια ήταν τα αρχικά ερεθίσματα και ποιοι ζωγράφοι σε έχουν επηρεάσει;
Η αλήθεια είναι πως οι γνώσεις μου στην ζωγραφική ήταν ελάχιστες όταν ξεκίνησα, πλέον λόγω δίκης μου προσπάθειας και μιας και στις μέρες μας λόγω του διαδικτύου μπορείς να ανακαλύψεις οτιδήποτε σε ενδιαφέρει και δωρεάν, έχω πάει ένα βήμα παρακάτω τις τεχνικές μου, ζωγραφίζω σχεδόν κάθε μέρα και μόνο αυτό είναι μια σοβαρή διαδικασία εκμάθησης κατ’ εμέ. Βέβαια χαίρομαι πολύ διότι θα έχω την ευκαιρία να μαθητεύσω κοντά σε ένα πολύ σημαντικό έλληνα ζωγράφο ελπίζω το συντομότερο δυνατόν διότι όλα έχουν μείνει στάσιμα λόγω του ιού αλλά για μένα ήταν ούτως η άλλως ένα όνειρο και με γεμίζει ελπίδα διότι το βλέπω να υλοποιείται σιγά σιγά. Τα κινήματα που έχω μελετήσει και με έχουν οδηγήσει παραπάνω ζωγραφικά είναι ο εξπρεσιονισμός, ο αφηρημένος κυρίως διότι για μένα η τέχνη είναι έκφραση και προσπαθώ να μετατρέψω τη σκέψη μου μέσω του πινέλου σε κίνηση σε σχέδιο σε μια παραμορφωμένη εικόνα σύμφωνα με τα δικά μου συναισθήματα προς την εκάστοτε πηγή της έμπνευσης. Ο Καντίνσκι, ο Κλέε, ο Μπέικον, ο Πικασό, ο Willem de Kooning και πολλοί άλλοι καλλιτεχνες από τα κινήματα του σουρεαλισμού όπως ο Μαγκρίτ, ο Νταλί, η Φρίντα, είναι αμέτρητοι όσοι με εμπνέουν και κάθε μέρα έρχομαι σε επαφή μέσω του ίνσταγκραμ με ένα τεράστιο όγκο έργων τέχνης με νέους καλλιτέχνες και επηρεάζομαι στην τρόπο ζωγραφικής μου και κυριώς στις ιδέες που αντλώ. Η διαδικασία είναι συνεχής και αυτό που εγω προσπαθώ τουλάχιστον είναι να εξαντλώ συναισθηματικά την καθημερινότητα, εκεί έχω βρει όλη τη μαγεία, την έμπνευση, την ψυχή της δουλειάς μου, για μένα όλα έτσι ξεκινούν.
4) Ποιες τεχνικές και χρώματα χρησιμοποιείς όταν ζωγραφίζεις έναν πίνακα; Ποια διαδικασία προετοιμασίας ακολουθείς;
Οι τεχνικές είναι πολλές οπως και η παλέτα χρωμάτων μου. Εξαρτάται από το υλικό πάνω στο οποίο δημιουργώ, συνηθως είναι καμβάς είτε χαρτόνια έχει τύχει να είναι και πανιά ή απλά χαρτιά Α4, δουλεύω και με λάδι και με ακρυλικά και δεν έχω καταλήξει σε ένα αγαπημένο είδος διότι το καθένα έχει τα θετικά και τα αρνητικά του ανάλογα με το έργο εκμεταλλεύομαι αντίστοιχα ότι πιστεύω πως ταιριάζει καλύτερα και το χρησιμοποιώ. Προετοιμάζω τους καμβάδες και συνήθως σχεδιάζω πριν ζωγραφίσω πάνω τους ότι έχω στο νου μου πως θα είναι η βάση της δημιουργίας. Έχουν υπάρξει βέβαια και πολλές φορες που δημιούργησα με τόση ένταση που το να προσχεδιάσω ήταν αδύνατο αλλά αυτές είναι κάποιες ξεχωριστές δημιουργίες. Σε μικρότερου μεγέθους πίνακές μου χρησιμοποιώ αρκετά μολύβια, μαρκαδόρους και ακρυλικό ενώ στα μεγαλύτερα μεγέθη χρώματα λαδιού.
5) Σκέφτεσαι στο προσεχές μέλλον να ακολουθήσεις κάποιες σπουδές σχετικές με τα εικαστικά;
Θα το ήθελα πολύ και το επιδιώκω ήδη. Θέλω πολύ να σπουδάσω εικαστικά σε κάποια σχολή του εξωτερικού, εύχομαι να συμβεί στο εγγύς μέλλον.
6) Τα έργα σου τα έχεις ¨κρυμμένα¨ ή υπάρχει κοινό που τα βλέπει, τα διαφημίζει ή τα αγοράζει;
Ένα μέρος από τα έργα μου και πιο συγκεκριμένα τα μικρότερου μεγέθους είναι διαθέσιμα στο σάιτ μου. Εκεί μπορεί κάποιος να τα δει και στον προσωπικό μου λογαριασμό στο ίνσταγκραμ.
Δεν διαφημίζω κάπως τη δουλειά μου πέρα από αυτές τις δυο πλατφόρμες μέσω των οποίων τα παρουσιάζω εγώ ακριβώς οπως θέλω. Γιατί το κομμάτι της παρουσίας είναι κάτι που με αφορά πολύ αλλά νομίζω αυτό δεν είναι της παρούσης.
7) Το άλλο ¨κεφάλαιο¨ αφορά την ποίηση. Πως προέκυψε αυτή η ανάγκη να αποφασίσεις να γράψεις στο χαρτί σκέψεις, αισθήματα, βιώματα;
Η ποίηση οπως είπα και πριν ήταν μια ανάγκη. Επιτακτική θα έλεγα. Έπρεπε κάπως να εκφραστώ, να αναπνεύσω με αλλά λόγια διότι την περίοδο που άρχισα να γράφω σοβαρά, η ζωγραφική με είχε αφήσει με ένα γιατί, ένα παράπονο, σαν να μην μπορούσα εν ολίγης να ολοκληρώσω όσα ήθελα πάνω στον καμβά. Δεν ήξερα τον τρόπο και είχα απογοητευτεί αρκετά αλλά κάποια στιγμή όλα ήρθαν σε μια ισορροπία μέσω τρομερών ψυχικών διακυμάνσεων που με οδήγησαν στο χαρτίκαι ακούγεται οξύμωρο αλλά έτσι κατέληξα να γράφω, βρήκα ισορροπία σε κάτι συναισθήματα ανισόρροπα.
8) Έχεις πάρει μέρος σε κάποιον λογοτεχνικό διαγωνισμό; Σκέφτεσαι να εκδόσεις κάποια ποιητική συλλογή;
Έχω πάρει πρόσφατα μέρος, τόσο πρόσφατα που δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί τα αποτελέσματα, δεν είναι κάτι που με αφορά τόσο, η επιβεβαίωση για το αν η τέχνη μου είναι αξιόλογη, από ένα διαγωνισμό απλά για κάποιο λόγο μου ήρθε και το έκανα, ίσως υποσυνείδητα να το έχω ανάγκη και να μην το ξέρω. Δεν νιώθω έτοιμη να εκδώσω κάτι δικό μου ακόμη, θα ήθελα να είναι μια δουλειά ολοκληρωμένη και γεμάτη από ποιήματα που εγω πρώτα θα βρίσκω αξία να διαβαστούν, θα το ήθελα μελλοντικά αλλά νιώθω πως ίσως είναι νωρίς. Βέβαια κατάλληλη στιγμή δεν υπάρχει ποτέ, απλά επιλέγω να πράττω όταν νιώθω τουλάχιστον ότι θα ικανοποιηθώ εγω πλήρως από το αποτέλεσμα, είτε πάει καλά είτε όχι. Που μεταξύ μας η ποίηση δεν είναι για πούλημα, αν έχει μείνει έστω λιγάκι ακόμη μια μορφή τέχνης εξυψωμένη ισως να είναι αυτή. Κυρίως επειδή δεν πουλάει. Ευτυχώς δηλαδή είναι η προσωπική μου άποψη, αύριο μπορεί να πιστεύω κάτι άλλο.
9) Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια; Έχεις κάνει κάποιες σκέψεις για αυτά που θέλεις να ακολουθήσεις στη συνέχεια ή αφήνεις τα πράγματα να εξελιχθούν και να αποφασίσεις;
Έχω παρά πολλά όνειρα, σχέδια και φιλοδοξίες προσπαθώ να παλεύω για αυτά αλλά παράλληλα να μην χάνω το τώρα περιμένοντας ένα αύριο που μπορεί να μην έρθει και ποτέ εν τελει. Για μένα η τέχνη είναι ζωή όποτε προσπαθώ να κάνω τη ζωή μου τέχνη. Αφιερώνω όσο χρόνο έχω και μπορώ σε αυτά που αγαπω και πιστεύω πως κάπως μαγικά και με τη δίκη μου αφοσίωση, αυτό θα λειτουργήσει. Κακά τα ψέματα ειδικά στην χώρα μας νομίζω χρειάζεσαι και μπόλικη τυχη για να πετύχεις, δεν φτάνει το ταλέντο και αυτό το ξέρω πολύ καλά διότι περιβάλλομαι από πολλούς αξιόλογους καλλιτέχνες που η δουλειά τους είναι παραγκωνισμένη.
Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο ενώ προφανώς και με αφορά το αποτέλεσμα δεν θέλω να το κάνω αυτοσκοπό στη δουλειά μου. Χαίρομαι να βιώνω την διαδικασία και αυτό μου αρκεί.
10) Νομίζω ότι ακολουθείς με την καλή έννοια, έναν αντίθετο δρόμο σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας. Και εννοώ ότι, οι καιροί είναι δύσκολοι, σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Οι ανθρώπινες σχέσεις ¨δοκιμάζονται¨ και αλλάζουν, χάνονται οι παραδοσιακές αξίες, λείπουν τα οράματα που θα βοηθούσαν σε μια πνευματική αναγέννηση. Ποια η γνώμη σου;
Είμαι βαθύτατα θλιμμένη με την παγκόσμια κρίση που μας πλήττει ανεξαιρέτως, τόσο σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο αξιών, δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξη για το τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Αν είναι κάτι που για μένα αξίζει να παλευείς γι' αυτό ανεξαρτήτως συνθηκών είναι η αγάπη. Εγώ γι΄αυτο ζω, αναπνέω, δημιουργώ, στοχεύω και εξελίσσομαι. Πιστεύω στην ατομική ευθύνη και φτιάχνω ένα δρόμο μακριά από όσα βρίσκουν οι άνθρωποι ενδιαφέροντα, σωστά και αξιοθαύμαστα και είμαι χαρούμενη έτσι, με τα δικά μου σωστά και τα δικά μου λάθη. Οπότε αν είναι να κλείσω κάπως θα μιλήσω για την αγάπη, όσοι αγαπούν, ζούν αληθινά και αυτο αρκεί.
Σε ευχαριστώ πολύ!
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα της Υακίνθης Στρατοπούλου:
Επιμέλεια: Γιώργος Αν. Πανταζόπουλος
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Ε π ι σ τ ο λ ή
Κηρύττω φως, αλήθεια μια, αναστενάζοντας και αψηφώντας
της σκοτεινιάς τα μάτια με ορθό το πνεύμα αναμετρώντας.
Ερώτηση καμία, και μια φωνή σιγομιλώντας ταράζει πρόσκαιρα τη δήθεν ηρεμία.
Είστε προετοιμασμένοι; Εκείνος έφτασε.
Πιο δυνατά, παρακαλώ, πιο δυνατά! Ν’ ακούσουμε κι εμείς που οι σειρήνες της ζωής
μας πλήγωσαν τα ώτα και μες τη μάχη θα ορμήξουμε σα λυσσασμένα ζώα.
Εκείνος έφτασε! Έφτασε Εκείνος!
Τα χείλια που φιλούσανε ξύλινα χέρια, τα χέρια που πάγωσαν, αγαπώντας και μεθώντας
έρωτας ήταν, της είπε,
σφύριξε τώρα τον πόνο να διώξεις, μακριά σου να φύγει
μονάχη να μείνεις να τραγουδάς και να σφυρίζεις, παρακαλώντας και περπατώντας.
Μια τρικυμία τρεμοσβήνει μέσα μας, μια γριά γυναίκα προσπερνά,
το πρόσωπό της φώτισε το δρόμο.
Μα δεν ακούς; Εκείνος έφτασε!
Ως πότε θα μιλάς για διχασμούς, έρωτες και προσκυνήματα.
Σφυρίζω τον πόνο μακριά, σε κάνω περήφανο·
χίλια τραγούδια αγάπησα, τραγούδησα και μίσησα,
μέσα σε μαύρα δάση χάθηκα μυρίζοντας φωτιές.
Δεν ξέραμε, ήταν νωρίς για μας και για τους άλλους ήτανε πια πολύ αργά,
μα ελπίζαμε γι’ αυτά τα χθεσινά φαντάσματα που θάψανε την πίστη μας στο μουσκεμένο χώμα,
μας σώσανε, αυτ’ ήτανε η μοίρα μας, να ελπίζουμε, μαζί και χώρια
σε όρη και πελάγη σε γη και ουρανό.
Ελπίζαμε.
Κηρύττω φως, αλήθεια μια, κρυφογελώντας και αψηφώντας
της νύχτας τα φαντάσματα απ’ τη μασχάλη τύλιξα στο σώμα μου γλιστρώντας.
Απάντηση; Πολλές. Καμιά τους δε φοβήθηκα όσο εκείνη που δεν έλαβα ποτές.
Αγγίζω τις ουλές του χρόνου που επάνω στο σκληρό μου δέρμα χάραζε νύχτα μέρα
η εύπλαστη αγνότητα των βιωμάτων που χρόνια σε συντάρασσαν,
μα μη μ’ ακούς υπάρχω ακόμα κι αυτό με κάνει ψεύτη.
Οι φωνές που σβήνονται, μια ευθεία γραμμή τρυπάει τον εγκέφαλό μας και βγαίνει ευθεία·
αγκαλιαστήκαμε μ’ ότι ορκιζόμασταν πως δεν μας λείπει, οι φωνές που δε σβηστήκανε ποτέ.
Τώρα πως να σε ονομάσω; Να σε ξαναβαφτίσω; Της πρώτης επαφής συνένοχος να γίνω.
Τόσα χρόνια κι ακόμα να με βρεις,
το κεφάλι σου στα ύψη της ζωής ν’ ανασηκώνω κι ακόμα να με δεις.
Στα χέρια σου μπλεγμένα της λύπης μου τα κύματα,
σε βάρυναν και πέφτεις, σκοντάφτεις και παραπατάς
κι είμαι εγώ τώρα λοιπόν ο φταίχτης.
Χ ω μ ά τ ι ν ο ς Ή λ ι ο ς
Μαθητεύω, σε κάποια χάρτινη κρυψώνα χωμένη, στη διεκδίκηση λέξεων
και χθες με βάφτισα ξανά με δυο παλιά ψευδώνυμα, τους αφαίρεσα τα ρω,
τους απευθύνθηκα με στόμφο μήπως και με πιστέψουν·
με την ορμή της πυρωμένης λόγχης που τρύπησε
τα σκόρπια γράμματα του ονόματός σου στο άτακτο μυαλό μου,
μ’ αυτή μιλώ για όσα δεν θέλησες ν’ ακούσεις.
Μια μοναχή και πληγωμένη σάρκα το κορμί μου,
ο χρόνος θάμπωσε κι αυτές τις λίγες στάλες ουρανού επάνω του
ποιος να το πλησιάσει;
Αυτά που χάθηκαν κι όσα καρφώθηκαν σ’ εκείνη,
είχα σκληρά προσευχηθεί δυο μήνες και τρεις μέρες
στο φως που μ’ έφτανε μεσ’ άπ’ τις χαρακιές των ξεραμένων δέντρων
στο φως που έκαψε τις παγωμένες φλέβες μου, που έλιωσε κάθε αμφιβολία, ποτέ,
όσο αλλιώτικα φεγγάρια σπρώχνουν με θράσος την ψυχή μου,
να μην αναζητήσεις το γιατί και της καρδιάς το πάγωμα να μη ξαναγνωρίσεις.
Η σιγουριά που μεταβάλλεται, η αυλή μας,
παραμόρφωση μιας μαύρης θάλασσας, τα μάτια σου
κι ένα ναυάγιο ζωγραφισμένο, ο ύμνος των χεριών σου.
Ένας βωμός κακοφτιαγμένος και χιλιογκρεμισμένος,
θυσιάζεις τις μέρες που μας εγκατέλειψαν, ενόσω εγώ κλαίω
θα κατακτάς κορφές απάτητες, θ’ ανατριχιάζεις στο άκουσμα των βογκητών,
θα τρομάζεις, θα βασανίζεσαι, μα δε θα σταματάς,
θα σε παρηγορήσω κι έπειτα
ότι τραχύ αγγίξαμε θα το λειάνει η σκοτεινή σου η πλευρά
με το λαμπρό θυμό της,
θ΄ ανοίξουνε τα μάτια μου στο άκουσμα του σύντομα
τότε είναι που θ΄ ακουμπήσει
στο παλιό μου κομοδίνο,
εκείνο το ξύλινο με τα φθαρμένα αυτοκόλλητα
ότι μου στέρησε για ογδόντα υπόγειες αναμετρήσεις.
Οι μέρες μικραίνουν τώρα, μη με ρωτάς ποιος διάλεξε να το γνωρίζω
εγώ στιγμές μάθαινα μόνη μου να ξεχνώ·
κλειδώνεις τα φεγγάρια μέσα σου, ανάβεις ακόμη μια φωτιά,
σκορπάς τα λάθη μας στη θάλασσα,
δε θα μας βρουν, μου λες ψιθυριστά.
Πάντα σε κέρδιζα με τις αόριστες προβλέψεις μου,
ένιωθα ικανή για κάτι και το ‘φερνα μπροστά σου, ήθελα να το δεις, να τ’ αγγίξεις,
να παραλλάξεις τη σιωπή,
όπως ξεκλείδωνες τα βήματα προς την αυγή της θλίψης μου
για να τη θρυμματίσεις,
εσύ απλώνεις στωικά τα πληγωμένα δάχτυλά σου,
δεν περιμένεις τίποτα.
Ήθελα να σου πω πως με στοιχειώνανε οι σκέψεις, οι μακρινές φωνές,
ο ρόχθος ενός θαλασσινού ανέμου που τύλιγε τα πένθιμα λευκά μας καλοκαίρια,
ακόμα και για ‘κείνες τις προφητικές μορφές θέλησα να σου πω,
που κάποτε οριστικά αποχαιρέτησα,
μα δεν περίμενες πάλι τίποτα,
πως είχα τ’ απλησίαστα τα μέτρα σου φέρει κοντά μου,
πως είχα κυριεύσει τ’ άγνωστο κι εσύ,
τίποτα πάλι.
Με το σβησμένο ήχο της φωνής σου κι εφτά χαμένα γράμματα να γκρεμίζουν
τα όρια της κούφιας λογικής μου προχωρώ
σε ένα απέραντο ξερό τοπίο, μόνη
κι ολοφάνερα τα μάταια πατήματά μου
πάνω στης γης το χώμα, το κόκκινο, το χιλιοπατημένο, τ’ αληθινά κατοικημένο,
το κάλεσμά της υπακούω και κάνω ένα βήμα πίσω, να σταθώ,
ν’ ανασάνω
πριν μια για πάντα αποδεχτώ το τέλος που μου μέλλει.
Τώρα, νιώθω μεγάλη και μικρή,
γεμίσαν τα πνευμόνια μου λιωμένα γιασεμιά
πετάει η ελπίδα σαν πουλί
απ’ το λαιμό μου την αποφυλακίζω
ένα γαλήνιο λιμάνι κοιτάζει μέσα μου,
ίσως να σε γυρέψω
κι ένα είναι μόνο που ζητώ,
αυτή η ρωγμή ανάμεσα στο βλέμμα μου
να λερωθεί επιτέλους απ’ τ’ αποτύπωμά σου.
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα της Υακίνθης Στρατοπούλου:
https://iakinthi.com/