Σταυρόπουλος Χ. Σπύρος:  Έπεσε ηρωικώς  υπέρ πατρίδος!

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Ο Σπύρος Χρ. Σταυρόπουλος (1920-1944), από το Αγρίνιο, 24 ετών, ήταν ένας ακόμη ήρωας που έδωσε τη ίδια του τη ζωή για την πατρίδα και την ελευθερία,  όταν στις 31 Ιουλίου 1944  οι Γερμανοί κατακτητές και οι ντόπιοι συνεργάτες τους από τα Τάγματα Ασφαλείας, τον εκτέλεσαν  στα Καλύβια Αγρινίου.

Η αδερφή του Άννα Σταυροπούλου-Τσακαρδάνου, σύζυγος Παναγιώτη, θυμάται τα γεγονότα και μας αφηγείται την τραγική ιστορία του αδερφού της.

Ο νεαρός Σπύρος δούλευε και βοηθούσε  στον μύλο που είχε νοικιάσει κατά την περίοδο της κατοχής ο πατέρας του, Χριστόφορος Σταυρόπουλος, στο Αγγελόκαστρο, που ήταν κτισμένος στην είσοδο του χωριού και ανήκε στον γιατρό Ζώη Τριμπόνη.

Στο μύλο δούλευαν όλα τα παιδιά της οικογένειας, ενώ οι κάτοικοι του Αγγελοκάστρου πήγαιναν καλαμπόκι και στάρι για να τα αλέσουν.

Σύζυγος του Χριστόφορου ήταν η Ειρήνη Σακελάρη, από τον Τέρνο Ευρυτανίας και είχαν αποκτήσει επτά παιδιά: Θανάσης, Σπύρος, Σοφία, Κωνσταντούλα, Αλεξάνδρα, Μαρία, Άννα.

Ο Σπύρος είχε τελειώσει το δημοτικό, δούλευε στα κτήματα και αργότερα βοηθούσε στα αλέσματα στον μύλο. Τα κορίτσια δούλευαν στα κτήματα του χωριού και θέριζαν στάρια.

Την ημέρα που κηρύχτηκε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος το 1940, ο Σπύρος ήταν να φύγει για φαντάρος στην Καλαμάτα, πήγε στο σταθμό του τραίνου στο Αγρίνιο και έμαθε τα πολεμικά νέα.

Τελικά μέσω Πάτρας, πήγε στην Καλαμάτα και στο Κέντρο Εκπαίδευσης, όμως μόλις έφθασε στο στρατόπεδο του είπαν ότι, δεν προλάβαιναν να τους εκπαιδεύσουν και έδιωξαν όλους τους νεοσύλλεκτους για να επιστρέψουν πίσω στα σπίτια τους.

Η σύλληψη από τους Γερμανούς

Όπως θυμάται η αδερφή του, εκείνο το πρωινό ο Σπύρος ήταν στο μύλο και κοιμόνταν σε ένα δωμάτιο.  Νωρίς νωρίς  οι Γερμανοί κατέφθασαν και άρχισαν τις έρευνες… Ο μεγαλύτερος αδερφό τους Θανάσης πρόλαβε και άρπαξε βιαστικά δυο σακιά καλαμπόκι και ξεκίνησε να αλέθει, ενώ τον Σπύρο τον αιφνιδίασαν και τον ακινητοποίησαν… 

Με συνοπτικές διαδικασίες τον συνέλαβαν και τον πήγαν στον κοντινό σταθμό του τραίνου στο Αγγελόκαστρο και τον φυλάκισαν μέσα σε βαγόνι, ενώ λίγο αργότερα συνέλαβαν και τον αγγελοκαστρίτη φίλο του, Βασίλη Τριανταφύλλου.

Ο Σταθμός Αγγελοκάστρου αποτελούσε εκείνη την εποχή, λόγω της σιδηροδρομικής γραμμής, το επίκεντρο της εμπορικής και επιβατικής κίνησης της περιοχής και από εκεί διακινούνταν καθημερινά όλα τα αγροτικά προϊόντα.

Το βαγόνι το φύλαγαν δυο Γερμανοί σκοποί που περιπολούσαν στο σημείο. Ανήκαν στην ομάδα Γερμανών στρατιωτών, από τη διμοιρία που είχαν εγκαταστήσει οι Γερμανοί στη γέφυρα Αγγελοκάστρου για τον έλεγχο της γραμμής και της γέφυρας του Δίμικου.

Μια-δυο μέρες μετά, μαζί με πολλούς άλλους συλληφθέντες συμπατριώτες μας, τους μετέφεραν όλους σιδηροδρομικώς, στις φυλακές Αγίας Τριάδας στο Αγρίνιο.

Ο πατέρας του Χριστόφορος Σταυρόπουλος έτρεξε στο Αγρίνιο για να παρακαλέσει διάφορους παράγοντες για να απελευθερώσουν το παιδί του… Όμως εις μάτην…

Η εκτέλεση

Και τότε στις 30 Ιουλίου του 1944, έγινε το σαμποτάζ των ανταρτών σε γερμανικό όχημα που επόπτευε το τηλεγραφικό δίκτυο δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή και κοντά στα Καλύβια, όπου σκοτώθηκαν έξι Γερμανοί στρατιώτες.

Για αντίποινα οι Γερμανοί και οι ντόπιοι συνεργάτες από το Τάγμα Ασφαλείας Αγρινίου, αποφάσισαν να εκτελέσουν άμεσα την επόμενη μέρα στο συγκεκριμένο σημείο 60 Έλληνες πατριώτες, μεταξύ αυτών και τον Σπύρο Χρ. Σταυρόπουλο.

Η εκτέλεση και ο απαγχονισμός των πατριωτών έγιναν το πρωί ώρα 7 π.μ. της Δευτέρας 31ης  Ιουλίου 1944.

Την ημέρα της εκτέλεσης, ο πατέρας του Χριστόφορος πριν πάει στο Αγγελόκαστρο, πέρασε το πρωί από τις φυλακές για να δει το γιό του και να δει αν χρειάζεται κάτι, αλλά και να βρει κάποιους να τους παρακαλέσει να τον βοηθήσουν ώστε να πετύχει την απελευθέρωσή του...

Όμως εκεί δεσμοφύλακες και κάποιοι φυλακισμένοι του είπαν ότι, πήραν το παιδί του και άλλους και τους μετέφεραν με φορτηγά στα Καλύβια για να τους εκτελέσουν.

Ο κυρ Χριστόφορος σάστισε, δεν ήξερε τι να κάνει, που να πάει…

Βρήκε κάποιο μεταφορικό μέσο και κατευθύνθηκε προς τα Καλύβια για να προλάβει πριν γίνει το κακό... Όμως η ώρα είχε περάσει και αγωνιωδώς προσπάθησε με δυσκολίες και πολλές προφυλάξεις να πλησιάσει μέχρι το σημείο της εκτέλεσης αναζητώντας ανάμεσα στους εκτελεσμένους, τον γιό του…

Μια γερμανική μηχανή με δυο στρατιώτες, περιπολούσε γύρω από το σημείο και δεν άφηνε κανένα να πλησιάσει τους νεκρούς πατριώτες.

Ο κυρ Χριστόφορος, κρυμμένος ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση, πλησίασε όσο περισσότερο μπορούσε και εντόπισε τον Σπύρο, σημειώνοντας στο μυαλό του ένα σημάδι, για να τον βρει…

Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, ο Σπύρος ήταν πεσμένος στο έδαφος και ακριβώς δίπλα του ήταν ο Βασίλης Τριανταφύλλου, σχεδόν αγκαλιασμένο να κείτονται τα άψυχα κορμιά τους και τα πόδια τους να βρίσκονται μέσα στο αυλάκι με το λιγοστό νερό…

Έφυγε ο κυρ Χριστόφορος με τα πόδια και πήγε προς το Αγγελόκαστρο, να μεταφέρει τα άσχημα μαντάτα στην οικογένειά του.

Βρήκε στο μύλο τις κόρες του και τον γιο του Θανάση και κλαίγοντας με λυγμούς, τους είπε το τραγικό νέο.

Με ένα αγγελοκαστρίτικο κάρο πήγε μετά από 2-3 μέρες στον τόπο του μαρτυρίου και  πήρε το άψυχο κορμί του γιου του για να το ενταφιάσει στο Αγρίνιο.

 Όμως δεν του επετράπη από τις κατοχικές αρχές να τον θάψει στο Αγρίνιο, οπότε το μετέφερε στο Αγγελόκαστρο. Η εξόδιος ακολουθία έγινε στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων και η ταφή στο κοιμητήριο του χωριού.

Η οικογένεια Σταυρόπουλου ήταν αγαπητή στο Αγγελόκαστρο και συμπαραστάθηκαν όλοι οι κάτοικοι στο οικογενειακό δράμα και την απώλεια του Σπύρου.

Μετά τον πόλεμο ο κυρ Χριστόφορος σταμάτησε να ασχολείται με τον μύλο και επέστρεψε στο Αγρίνιο. Καλλιεργούσαν καπνά, είχε άλογα, μεταφορικό κάρο και έκανε αγροτικές δουλειές.

Η οικογένεια Σταυρόπουλου, έχει ζητήσει με παλαιότερο αίτημα να ονομασθεί ένας δρόμος  του Αγρινίου, της περιοχής ανάμεσα στο Πάρκο και το γήπεδο Παναιτωλικού, σε οδός «Σπύρου Χρ. Σταυρόπουλου».

 

Προφορική μαρτυρία Άννας Σταυροπούλου-Τσακαρδάνου, κάτοικος Αγρινίου

Είναι συνταξιούχος.  Ήταν παλιά καπνεργάτρια στις αποθήκες Παναγόπουλου και μετά δούλεψε στην Αθήνα σε βιοτεχνία ρούχων. Μένει στην περιοχή του γηπέδου Παναιτωλικού.

Κείμενο – Έρευνα: Γιώργος Αν. Πανταζόπουλος